Τσήλ-Νέελσεν

Τσήλ-Νέελσεν
Ν
φρ. «χρώση ΤσήλΝέελσεν»
ιατρ. εργαστηριακή χρωστική μέθοδος για την ανίχνευση τών οξεάντοχων βακτηρίων, ειδικά τού βακτηριδίου τής φυματίωσης και τού βακτηριδίου τής λέπρας.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”